Πέμπτη 2 Απριλίου 2009

ΜΗΤΣΟΣ Ν. ΤΣΙΑΜΗΣ (Δυο λόγια ακόμα...)


Με τις ποιητικές συλλογές «Νυχτερινά Υστερόγραφα» και «Η τελευταία πανσέληνος» που δανείστηκα από την Δημοτική Βιβλιοθήκη της Μήθυμνας (ήταν το 1962 κι εγώ δεκαπεντάχρονος, τότε) έκανα τη πρώτη μου γνωριμία με το σεμνό συμπατριώτη μου εξαίρετο και τρυφερό ποιητή Μήτσο N.Τσιάμη.
Δίχως να είχα ιδιαίτερη προτίμηση στη ποίηση, ομολογώ ότι οι εξαίσιοι στίχοι του εκπήγαζαν την εξωτερίκευση αισθημάτων μιας, ομολογουμένως, ευγενικής ψυχής. Με έκαναν να αγαπήσω την Ποίηση! Και πως θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά, στα δεκαπέντε σου χρόνια να διαβάζεις στίχους σαν κι ετούτους: «Τα χείλη σου, υγραίνουν τη θάλασσα,/ τα μάτια σου, ζεσταίνουν τον ήλιο!/ κι από το φως,/ στη φαντασία πλασμένο είναι το σώμα σου./ Τα δυο σου χέρια, στους αστερισμούς,/ για πάντοτε υψωμένα.../ κι αν είναι από τη γήινη σιωπή σου να ντυθείς,/ το λέω, πως αρμονία θα σ’ ονομάζουν...» και να μη σε συνεπαίρνουν ρίγη που συγκινούν την αθώα ψυχή σου. Να διαβάζεις ακόμα και τούτα: «Πίσω από μια σκιά ένα φως / και μες το φως, μεσουρανεί το βλέμμα σου! / Πίσω από μια πτυχή νερού / καθάριο σαν πηγή, το γέλιο σου / Γύρω, μπροστά, παντού, γυμνή, ολόρθη η παρουσία σου! / Σε ποια στήλη φωτός, να γράψω τ’ όνομά σου;... » και να μη νιώθεις εσωτερικούς κραδασμούς να συνταράζουν και να πυρπολούν την εφηβική σου καρδιά. Κι όταν η ψυχή και η καρδιά σου αγγίζουν την αλήθεια και αισθάνονται, σημαίνει ότι και ο ποιητικός λόγος γίνεται σύμμαχος της εσωτερικής σου αρμονίας.
Έφυγα τότε μακριά, παίρνοντας μαζί μου, στις πνευματικές μου αποσκευές, το τετράδιο που είχα, στο μεταξύ, αντιγράψει αυτά τα ποιήματα. Το πήρα μαζί μου, στην ξενιτιά, συνοδειά και φυλαχτάρι. Κι αυτό μου κράτησε συντροφιά σε στιγμές προσαρμογής, μοναξιάς αλλά και νοσταλγίας. Σ’ ένα περιβάλλον «στεγνό» κι άγνωστο σε μένα.
Εν τω μεταξύ εκείνος, μετακομίζει στην Αθήνα κι εκεί συνεχίζει δραστήριος και παραγωγικός, αποδοτικός και ποιοτικός να ξεχωρίζει στον πνευματικό περίγυρο της πρωτεύουσας. Αλλά συνάμα να είναι κι ο ακούραστος εκφραστής της Λεσβιακής πνευματικής παράδοσης, την οποία υπηρετεί και προβάλει δίχως σταματημό. Μου στέλνει ανελλιπώς (κι αφιερωμένα πάντα) τα βιβλία που εκδίδει -πολύτιμα δώρα για μένα- κι έτσι γνωρίζω ευρύτερα το λογοτεχνικό του έργο, εκτιμώντας πιότερο τη λεπτότητα, την ευγένεια, την ανθρωπιά και την ευαισθησία που τον χαρακτήριζαν. Καθότι κι εγώ αποκομμένος εκεί στην ξενιτιά αναζητώντας ευρύτερους ορίζοντες και ψάχνοντας τη δική μου πορεία, του γράφω για να του εκδηλώσω τον θαυμασμό μου. Και η απάντησή του, στο γράμμα μου, ένα δείγμα σεμνότητας. Μου έγραφε: «...Ομολογώ ότι ποτέ δεν περίμενα, τα λιγοστά και ασήμαντα γραφτά μου, ότι θα εύρισκαν τέτοια απήχηση, και θα διατηρούσαν μια τόσο ζωηρή εντύπωση μέσα σου! Για μένα –και νομίζω για τον καθένα δημιουργό- αυτές οι αυθόρμητες κρίσεις, αποτελούν, την πιο πολύτιμη ικανοποίηση, στην οποιαδήποτε πνευματική μου προσπάθεια...».
Ένας λεπταίσθητος άνθρωπος ο ποιητής μας. Είχε τον τρόπο, να εξωτερικεύει τα αισθήματά του. Δεν μπόρεσα να βρω, στ’ αλήθεια, άλλον ποιητή που να αιχμαλωτίζει μέσα σε λίγες μόνο λέξεις τόσα αποθέματα ευαισθησίας. Συγχρόνως, διαπίστωνα ότι είναι από τους πνευματικούς ανθρώπους που συνάμα με το δικό τους έργο αφοσιώθηκαν, κατά πολύ, στη μελέτη, ανάδειξη και προβολή του έργου άλλων δημιουργών. Ένας καταξιωμένος κριτικός και δοκιμιογράφος.
Ήταν, ωστόσο, κι αυτή η έκδηλη αγάπη του για τον τόπο μας. Ύμνησε τη Μήθυμνα, τη Λέσβο, το Αιγαίο. Μια λατρεία που έδινε αφορμές ν’ ανακαλύπτεις, παράλληλα με τη δική του και τη δική σου αγάπη για τη μικρή μας πατρίδα.


Στράτος Δουκάκης

8 Αυγούστου του 2006 - Eφημερίδα Εμπρός

Πέμπτη 12 Φεβρουαρίου 2009

«Διεθνή Ύδατα» της Λενέτας Στράνη


Όταν ταχυδρομικώς έλαβα το βιβλίο «Διεθνή Ύδατα» της Λενέτας Στράνη, θέλω να ομολογήσω πως το όνομά της δεν μου θύμιζε κάτι… Παρ’ ότι η αφιέρωση ήταν για μένα κι έγραφε, μεταξύ άλλων: «… να σε συντροφεύει σε μακρινά ταξίδια στοχασμού και αναζήτησης…». Τουλάχιστον με προϊδέασε για καλή συντροφιά!
Μέρες μετά σε μια εκδήλωση, το ’φερε η τύχη και συνάντησα τη Λενέτα, που την είχα γνωρίσει στο νησί το καλοκαίρι, μα μου είχε διαφύγει το όνομά της. Τι να πω… για τη ντροπή μου όταν με ρώτησε αν έλαβα το βιβλίο της… Με βοήθησε να το ξεπεράσω, όταν γλυκά και σιγανά, μου είπε: «να το διαβάσεις…».
Το υποσχέθηκα! Άλλωστε γι’ αυτό δεν είναι τα βιβλία;
Όταν το βράδυ το 'πιασα στα χέρια μου να το περιεργαστώ είδα ότι ήταν απ’ αυτά τα χειροποίητα βιβλία, του χαρτοκόπτη… Υπάρχουν ακόμη βιβλία του χαρτοκόπτη; Αναρωτήθηκα… κι έπιασα να το κόβω αργά, προσεχτικά, μη τυχόν και το λαβώσω, αυτή ήταν η έννοια μου. Ένιωσα αμέσως τη μυρωδιά του χαρτιού που εκπέμπουν αυτά τα βιβλία κοπής, το κράτησα στα χέρια μου απαλά ίδια μ’ εκείνο…

Με τις πρώτες ματιές μαγεύτηκα με τους λεπτούς κι αρμονικούς στίχους και είναι πράγματι άξιοι αυτοί οι δημιουργοί που μπορούν να καρφώσουν το μαχαίρι στην ψυχή, με τόσο άμεσο τρόπο και με τέτοια ευαισθησία.
Ξεχώρισα μερικούς και θέλω να τους μοιραστώ μαζί σας. Έτσι απλά, σαν δείγμα της εξαίρετης ποιητικής γραφής της Λενέτας. Δίχως σχόλια. Τι σχόλια να κάνεις όταν διαβάζεις τέτοιους στίχους:
.
Μόνο η πανσέληνος με παραδίνει / σε λαθραίο παραματάρη /
Ξαπλώνουμε γυμνοί στο νερό κι ως / το χάραμα μας καταπίνουν οι δίνες
***
Τα ρακοπότηρα τσούγκριζαν / μεταξύ τους εις υγείαν / για να ξορκίσουν το φόβο
Ράγισε το ανθογυάλι με τις ίριδες / σαν προδομένη υπόσχεση
***
Γράψε μου αν θέλεις σε ποιο όνειρο να μπω / αυτό που σ’ επισκέπτεται τα βράδια
Είναι πολλά τα διερχόμενα για τους μοναχικούς / να μη λαθέψω και βρεθώ σε ξένο τόπο
.
Μια ευχή από καρδιάς να είναι καλοτάξιδο, Λενέτα, και σ’ ευχαριστώ!

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2008

Το άρθρο του μήνα

Τούτες τις μέρες έπεσε στην αντίληψή μας
τούτο το παρακάτω κείμενο, κατάθεση ψυχής,
δημοσιευμένο στην εφημερίδα της Λέσβου "ΕΜΠΡΟΣ"
και είναι του μέλους μας Στράτου Δουκάκη.
Η ομάδα μας το καταλόγισε
σαν το άρθρο του μήνα
και γι' αυτό το αναδημοσιεύουμε εδώ
για να το μοιραστούμε μαζί σας.
.
ΠΡΩΙΝΗ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ


Πόσο στ’ αλήθεια είναι δύσκολο να μιλάς για ανθρώπινες σχέσεις σήμερα. Kι ακόμα πιο δύσκολο όταν αναγκάζεσαι να κάνεις συγκρίσεις με τις αλλοτινές. Όταν έχεις συναντήσει στη ζωή σου απλούς, μετρημένους, ζεστούς, αυθεντικούς ανθρώπους που κι αυτές τις αδυναμίες τους -κι αν ακόμα τις είχαν- δεν έκαναν ποτέ τον κόπο να σου τις κρύψουν. Που άνοιγαν την καρδιά και τα χέρια τους να σε αγκαλιάσουν, να σε κλείσουν μέσα τους. Αυτοί κι εσύ μαζί. Αυτό το «μαζί» το νιώθαμε. Έτσι η χαρά γινόταν διπλή και μισή η λύπη. Γιατί και τα δυο τα μοιραζόμασταν… Μαζί! Ναι μαζί. Αυτό που στα τέσσερα γράμματά του έσμιγαν οι ανάσες μας! Που δε χρειάζονταν και πολύ να παλέψεις για να το κατακτήσεις.

Άνθρωποι, που γίνονταν εύκολα δικοί σου άνθρωποι, που η τύχη το ’θελε και τους συνάντησες δεν τους αναζήτησες. Πορεύτηκαν μαζί σου σε κοινούς δρόμους. Που, φυσικά είχαν τα όριά τους, έτσι μάθαινες κι εσύ να μην τα ξεπερνάς. Τα σκόρπια κομμάτια σου, οι επιθυμίες και οι ανάγκες σου έβρισκαν συμμάχους της ίδιας ρίζας και τις ίδιας μοίρας για ν’ ακουμπήσουν. Άγραφος νόμος που ρύθμιζε τις ανθρώπινες σχέσεις. Κουβέντιαζες μαζί τους θέματα ανώδυνα το ίδιο όπως και τα προβλήματα, τις αγωνίες, τις χαρές και τις λύπες. Σου άφηναν μερτικό από τα όνειρα, εκείνα που αν και στην πραγματικότητα δεν κρατούν παρά μόνο λίγα δευτερόλεπτα, ήταν σα να κράταγαν χρόνια ολάκερα.

Άνθρωποι «φωτεινοί» που άφηναν στην άκρη τη γκρίνια, τη ζήλια, την υπεροψία κι απολάμβαναν τη χαρά, τα όμορφα της ζωής. Ναι, υπήρχαν ανάμεσά μας, λοιπόν, πολλοί τέτοιοι άνθρωποι κι ομόρφαιναν τον κόσμο μας. Ήταν τα πρότυπά μας. Πολλούς τέτοιους «δικούς» μας ανθρώπους τους θυμόμαστε μ’ ευγνωμοσύνη για το ιδανικό περιβάλλον που δημιουργούσαν, δίχως ιδιαίτερη προσπάθεια, απλά και μόνο με το να είναι ο εαυτός τους. Κι αν τύχαινε (πάντα τυχαίνει) να χώριζαν κάποτε οι δρόμοι μας, φεύγοντας ένιωθες καλύτερος απ’ ότι ήρθες. Αυτό είναι σίγουρο.

Τώρα, όσο κι αν ψάχνεις προσπαθώντας μέσα στο πλήθος να συναντήσεις κάτι απ’ αυτούς που είχαν ομορφύνει κάποτε τον κόσμο σου, δεν τους διακρίνεις. Τι να έγιναν; Που να χάθηκαν; Πίσω από τι να κρύφτηκαν και δεν τους ανακαλύπτεις πια; Οχυρώθηκαν -σου δίνουν την εντύπωση- πίσω από το καθημερινό βόλεμα που φθείρει και σκοτώνει τις ψυχές. Πέταξαν αξίες και ιδανικά για να κάνουν περισσότερο χώρο στην καρδιά τους ώστε να χωρέσουν στη θέση τους άλλα καινούργια. Κι άλλα… κι άλλα… Ένα σωρό άχρηστα πράγματα και ιδέες.

Πόσες φορές δεν απογοητεύεσαι όταν διαπιστώνεις –πικρά, είναι η αλήθεια- το πόσο λίγο, πόσο ελάχιστα γνωρίζεις σήμερα, τον κοντινό σου, το γνωστό, το φίλο σου. Κι ας έχεις ανοίξει την καρδιά σου. Κι ας έχεις ανταλλάξει δέκα κουβέντες μαζί του. Κι ας έσμιξαν κάπου τα βήματά σου με τα δικά του κι ας τσούγκρισες ένα ποτήρι μαζί του. Κι ας έδεσες κουβάρι την αλήθεια σου καθώς νόμιζες πως ταίριαζαν τα χνώτα σου, βρε αδερφέ. Πόσες φορές δεν απογοητεύεσαι όταν διακρίνεις την υποκρισία να είναι κρυμμένη μέσα στα λουλούδια που σου προσφέρουν. Όταν σου ζητάνε πίσω πράγματα από τη μοιρασιά των άστρων που έκανες κι από τα μυστικά που έκρυψες σ’ άδεια κοχύλια… Έτυχε έτσι σήμερα να είναι τούτα τα λόγια, έτυχε κάπως απρόσμενα, (πάντα τυχαίνει) για τούτη την αλλιώτικη, από καρδιάς εξομολόγηση.
.
Στράτος Δουκάκης