Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2023

Δείγματα φθινοπώρου

Φύσαγε διαολεμένα ο άνεμος και γυρόφερνε τα πεσμένα φύλλα των δέντρων. Αμήχανος, δεν τ’ άφηνε στην ησυχία τους σαν να μην ήξερε πού να τα αποθέσει...
Γέμισε κίτρινα φύλλα. Αποχαιρετιστήριο δώρο του Οκτωβρίου, σκέφτηκα. Για να θυμάμαι την ώχρα του. Μέχρι να φτάσω στον προορισμό μου, τα κίτρινα φύλλα συνόδευαν τις σκόρπιες σκέψεις μου, που γυρόφερναν στις μέρες του Οκτωβρίου... Ξέσπασμα: Δεν ήταν έκρηξη της στιγμής.
Θυμήθηκα το τραγούδι την ώρα που ανάμεσα στις σκόρπιες σκέψεις μου τριγύριζαν τα λόγια του …. και τα πεσμένα φύλλα του Οκτώβρη.

Κυριακή 30 Ιουλίου 2023

Οι «Καφελόγιοι» της Μυτιλήνης *

 

27η Φεβρουαρίου 1993, ημέρα Σάββατο, περί ώρα 11η πρωινή, εις τον χώρο «Μουσικόν Καφενείον», εντός του ιστορικού Κέντρου της Μυτιλήνης, έγινε ο εορτασμός της πρώτης επετείου από της εκδόσεως της «Μασέλας», σατιρικής Μυτιληνιάς φυλλάδας, όργανο των «Καφελογίων».

Στο νησί της Λέσβου, η διάθεση αποβολής της σοβαροφάνειας, κυριαρχεί στις περισσότερες εκδηλώσεις των ανθρώπων του. Οι Μυτιληνιοί έχουνε τη σάτιρα μέσα τους. Είναι τρόπος ζωής, πορεύονται με το χιούμορ, τη σάτιρα, τον (αυτό)σαρκασμό.

Με τον τίτλο «Καφελόγιοι»  –πρόκειται για τους λογίους του κλεινού της Μυτιλάνας άστεως– η περίπτωση των οποίων δεν εμπίπτει στα αξιοπερίεργα φαινόμενα. Τους βλέπεις στην αγορά, στο καφενείο, στο σπίτι τους, ακόμα και σε επίσημες συνάξεις, με χιούμορ ν’ αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλον - τα συμβάντα. Ο σκωπτικός λόγος είναι έτοιμος, κάτω από τη γλώσσα τους, δεν τον κρατούν. Χωρίς να ενοχλούν να γίνονται πικροί, έστω κι αν αυτό είναι καμιά φορά μέσα στο παιχνίδι. Ύστερα, εκείνο που τους διακρίνει είναι ο αυτοσαρκασμός. Όταν αρχίσουν να αυτοσχολιάζονται, η ευρηματικότητά τους σπάει κόκκαλα - τα δικά τους. Είναι το ύψιστο δείγμα σάτιρας αυτό και μαζί ένδειξη πνευματικής δύναμης και απελευθέρωσης από όποια δεσμά συμβατικού καθωσπρεπισμού.

Με τέτοια δεδομένα –που δυστυχώς δεν αποδίδονται εύκολα διά της καταγραφής– πρέπει να ζήσει κανείς εκεί, για λίγο έστω, για να κατανοήσει ότι η εμφάνιση των Καφελογίων ήταν αναπόφευκτη. Άλλωστε, πριν από αυτούς, στα χρόνια της Λεσβιακής Άνοιξης μεγαλούργησε η Ορδή των Βασιβουζούκων με αρχηγό τον Μυριβήλη. 

* Φραγμέντα από το βιβλίο του Κώστα Μίσσιου «Η Λεσβιακή Άνοιξη εν καρποφορία»

Για την αντιγραφή και επιμέλεια: Στράτος Δουκάκης


Τρίτη 15 Μαρτίου 2022

Έτσι που έφυγες νωρίς...

 «Για όσα μας πρόσφερες με την αγάπη σου Αιμίλιε
κι όσα μας στέρησες με τη φυγή σου»…

Αυτή η φράση μου ’ρθε αναπάντεχα στο νου με το που ο Δημήτρης Φράγκος, σε μια κουβέντα που είχαμε, του ξέφυγε μια σπίθα κι αμέσως, σαν κάτι μαγικό να ’γινε. Άναψε η σπίθα κι έγινε φλόγα στο μυαλό κινητοποιώντας μνήμη και συναίσθημα.

Αυτούς που φεύγουνε νωρίς ποτέ δεν τους ξεχνάμε. Κάποιες φορές έρχονται κει που καθόμαστε και πιάνουν πρώτη θέση, δίχως πολλά λόγια, μονάχα σιωπή που δε σηκώνει λέξη. Και τι να πεις, τι να θυμηθείς, τι να ξεχάσεις… 
Τόσο λίγο χάρισε στον Αιμίλιο ο Θεός «από της ζωής το μερτικό» που του αναλογούσε. Κι εκείνος τη γέμισε, πρόλαβε κι έκανε πολύ το λίγο. Είμαι σίγουρος –και συγχωρέστε μου το προσωπικό– είχε πολλά ν’ αφήσει και ακόμη πιο σίγουρος ότι θα άλλαζε και η ζωή μας από τότε αν... Γιατί είχε όραμα. Όραμα που, αλίμονο, έλειπε από εμάς.

Όταν «άρπαξα» φωτιά, από τη σπίθα του φίλου μου, το συζητήσαμε και συμφωνήσαμε πως δίχως αμφιβολία, έτσι θα ήταν. 
Κάτι χρωστούσα, κάτι χρωστούσαμε Δημήτρη από παλιά κι όλο σκεπτόμουν μη και τυχόν το αφήσω (το αφήναμε) να σκορπίσει στης λησμονιάς το περιθώριο. Αργήσαμε φίλε, ναι αργήσαμε!
Ας είναι τούτο το post absence (μετά την απουσία) μια ταπεινή κι απλή κατάθεση με τίποτα το παραπανίσιο έναντι μιας ανεξόφλητης υποχρέωσης για όσα μας πρόσφερε με την αγάπη του κι όσα μας στέρησε με τη φυγή του…
Αλλά τι ανάγκη έχεις τώρα εσύ Αιμίλιε, από γήινες σκέψεις και χωματένια λόγια;... Εμείς σε αγαπήσαμε! Πάντα θα σε θυμόμαστε κι εσύ ίσως θα μας βλέπεις από ψηλά και ίσως… να συμφωνείς πως πράξαμε σωστά!
Ας είναι…
Στράτος Δουκάκης 

* Αιμίλιος Κισκήρας

(1938 Φουρτζή Μεσσηνίας – 1972 Βαλένσια Βενεζουέλας) 

Το έβδομο παιδί του Κώστα και της Παναγούλας Κισκήρα. Γεννήθηκε το 1938 στο Φουρτζή Μεσσηνίας. Μετά τις σχολικές υποχρεώσεις και το στρατιωτικό του έφυγε για τη Βενεζουέλα το 1963 να βρει εκεί τον αδερφό του Νίκο. Αργότερα έφτασαν και τα άλλα αδέρφια του Φώτης, Σωτήρης και Λιλή.
Έζησε στο Βαρκισιμέτο κατ’ αρχάς και στη συνέχεια στη Βαλένσια. Εκεί έχασε τη ζωή του σε τροχαίο δυστύχημα το Δεκέμβρη του1972.

 

Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2021

Αν ήμουν Θεός για μια μέρα

Μεγάλη Παρασκευή 17 Απριλίου 2009. Η δημοσιογράφος Ντόρα Πολίτη με χρίζει Θεό και μου παίρνει συνέντευξη για τη στήλη της: «αν ήμουν Θεός για μια μέρα…» στην εφημερίδα ΑΙΟΛΙΚΑ ΝΕΑ
 

Σαν άνθρωπος της ξενιτιάς και τώρα… Θεός, πώς θα παρέμβεις στα… του νόστου;

Θα έκανα, να μην υπάρχει ξενιτιά, ούτε και μετανάστες. Θα τους πρόσφερα εδώ στην πατρίδα, όλα όσα ψάχνουν στα μακρινά που πάνε. Θα έκανα, η Ελλάδα ν’ ακούει τους χτύπους της καρδιάς των ξενιτεμένων, να μην αδιαφορεί, ν’ αφουγκράζεται τη νοσταλγία για την «Ιθάκη» τους. Και σαν Θεός, θα έκανα το θαύμα για τους δικούς μας απόδημους για να μην νιώθουν στα ξένα Έλληνες και στην Ελλάδα… ξένοι.

Σαν «λογοτέχνης» Θεός, ποιους μεγάλους του λόγου και του πολιτισμού θα ξανάφερνες απ’ τον Άδη, για να λάμψει και πάλι η Ελλάδα;

Τούτο χρειάζεται πολλή δουλειά και μια μέρα δεν φτάνει ούτε για το Θεό. Θα το απλοποιήσω λοιπόν. Χωρίς δεύτερη σκέψη, σ’ όλους τους μεγάλους Αρχαίους θα ξανάδινα «διαβατήριο» για πίσω στο φως. Είναι οι μόνοι που άφησαν παρακαταθήκη πολιτισμού και οι μόνοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, για τους οποίους νιώθουμε περήφανοι. Αυτοί έκαναν την Ελλάδα να λάμψει, όταν οι άλλοι βάδιζαν ακόμα στα σκοτάδια και αυτοί θα μπορούσαν να το ξανακάνουν.

Σε ποια χώρα θα παρενέβαινες για έπαινο ή για… παραδειγματισμό;

Στην Υπερδύναμη. Θα μάζευα όλους τους πολιτικούς της και θα τους μοίραζα σε χώρες που είναι σημαδεμένες από τις παρεμβάσεις τους. Να ζήσουν εκεί, και να υποστούν τα έργα των χειρών τους στο ίδιο τους το πετσί.

Για την γενέτειρά σου τη Μήθυμνα κάτι εξαιρετικό που θα έκανες;

–  Είναι το αραξοβόλι μου αυτός ο τόπος. Τον κουβαλώ, τον πονώ, τον ποθώ! Θα υλοποιούσα λοιπόν την ιδέα ενός φίλου. Θα επέβαλα τον κιθαρωδό Αρίωνα σαν το σύμβολο της Μήθυμνας παντού και τότε θα ερχόταν η εξέλιξη και η αναγνωρισιμότητά της σε μια μέρα, όσο κι εγώ θα ήμουν Θεός. Αλλά το δώρο μου στη Μήθυμνα θα έμενε στους αιώνες.

Για το θνητό εαυτό σου τι θα έκανες;

Θα μου έδινα… παράταση μήπως… προκάνω και κάτι, αλλά, κακά τα ψέματα. Σε μια μέρα, όσο Θεός κι αν είσαι, δεν τα καταφέρνεις, έτσι που έγιναν τα πράγματα. Θα εξολόθρευα πάντως τον πόνο, τις αρρώστιες, τον άδικο θάνατο και για μένα και για όλους. Και… λίγο πριν τελειώσει η εξουσία μου του 24ώρου, θα με ξανάκανα και πάλι παιδί! Ήμαρτον, Θεέ μου…

Οικουμενικός Πατριάρχης, Πάπας ή κανένας;

Δυστυχώς κανένας! Άλλωστε και στις δημοσκοπήσεις ο… κανένας προηγείται, αφού οι αντιπρόσωποι του Θεού δεν πείθουν…

Μέρα Επιταφίου σήμερα και η ερώτηση άκρως επίκαιρη. Θα ξανάστελνες το «Γιο σου» σήμερα με ευλογίες και προσευχές όπως τότε ή θα του έδινες… καλάσνικοφ στο χέρι;

Θα του ’λεγα: «Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου τέκνον», τώρα κι αν χρειάζεται να σε ξαναστείλω, τώρα που ο κόσμος που πλάσαμε έγινε αγνώριστος. Για να μην παραβιάσω όμως την 6η εντολή μου: «ου φονεύσεις» θα τον έστελνα όχι με καλάσνικοφ, αλλά με βούρδουλα, μαστίγιο και φραγγέλιο σίγουρα. Αν και σαν «Θεός», ξέρω πως πάντα ο όχλος θα βρίσκει τρόπο να ξανασταυρώνει τον «Υιόν του Ανθρώπου».

Ντόρα Πολίτη 
Αιολικά Νέα

Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2021

Μια απρόσμενη επανασύνδεση…

Σπονδή σ’ ένα «μισοτελειωμένο» χρονικό γύρω από το έργο
                                                                                               της Οργάνωσης Νέων Ελλήνων Βενεζουέλας. 


Όσο μεγαλώνουμε, κατά πως λένε, έχουμε περισσότερο παρελθόν και λιγότερο μέλλον. Συχνά έρχονται στιγμές –δεν είναι και λίγες– που κάνεις μια στάση στο παρόν και, κοιτάζοντας προς τα πίσω, βλέπεις πως μπλέκονται ένα σωρό ιστορίες, γεγονότα, βιώματα. Δε λένε να μας αποχωριστούν κι όλο μας γυροφέρνουν. Είναι αυτές οι μικρές παρενθέσεις που εξακολουθούν να μένουν στο νου μας σαν κειμήλια υφασμένα με μνήμες και ονείρατα. Αυτή, νομίζω, είναι η αδιαπραγμάτευτη επιθυμία όλων μας ν’ αγκαλιάζουμε όσα μας σημάδεψαν κατά καιρούς στην εκεί ζωή μας. 
Και συμβαίνει καμιά φορά, εκεί που πάει ν’ αδειάσει και να στεγνώσει η κλεψύδρα, έρχεται μια απρόσμενη πρόσκληση επανασύνδεσης, λες ένα ναι και… ξαναρχίζει της ζωής το μέτρημα. Έτσι συνέβη λοιπόν, είτε αυθόρμητα είτε –το πιθανότερο– από υποχρέωση και ανάγκη το «ναι» της αποδοχής εκ μέρους μου, ήταν υπόσχεση αλλά και χρέος.
Πολλά είναι τα θέματα της ιστορίας του Ελληνισμού της Βενεζουέλας που θα πρέπει να αναδειχτούν. Γι’ αυτό, χωρίς να αναζητώ άλλοθι, το έθεσα σαν χρέος μου να συμβάλλω και να προσθέσω, την ελάχιστη πινελιά μου σ’ αυτό που, σαν ένας πίνακας που έμεινε στη μέση, θα πρέπει να αποπερατωθεί. Θα ήθελα, ωστόσο, για όλα αυτά και άλλα τόσα, να αφήσω μόνο μια ευχή: Μακάρι το Εγχείρημα να βρει τη θέση του στις καρδιές όσων θελήσουν να τείνουν χείρα βοήθειας. Όλα τούτα για αρχή, τώρα σημασία έχει η συνέχεια. Ας πάμε παρακάτω και παραπέρα.
 
Ωστόσο, θέλω τώρα να σταθώ ειδικά στην ενότητα Οργάνωση Νέων Ελλήνων Βενεζουέλας γιατί θεωρώ, και το δηλώνω μετά λόγου γνώσεως, ότι αξιοκρατικά, αυτή η Οργάνωση, δικαιούται αναμφισβήτητα το πιο ενδιαφέρον κεφάλαιο της Ιστορίας. Επειδή είχα την τύχη να γνωρίσω και να εκτιμήσω το έργο τους, επειδή, προσωπικά με επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό, επειδή κατά βάθος, και συμπαθάτε με που θα το πω: κυριολεκτικά τους ζήλεψα! Γι’ αυτό ας μου επιτραπεί να γράψω, επ’ αυτού, δυο λόγια. Το δικαιούμαι.
Πριν κάμποσα χρόνια λοιπόν, στο Καράκας, ήταν το 1974, εμφανίστηκε στα ξαφνικά μια ομάδα νέων κι άναψε τη φλόγα που έμελε να βάλει το στίγμα της στο άνυδρο πολιτιστικό περιβάλλον μας. Καταπιάνονταν με κάθε λογής Τέχνη κι ό,τι έκαναν το έκαναν καλά και σωστά. Το έργο τους, όποιο και να ήταν αυτό, ανέβλυζε πολιτισμό! Αυτό μας έλειπε τότε, αυτό χρειαζόμασταν εμείς οι απομακρυσμένοι Έλληνες, δεσμώτες στη ρουτίνα της καθημερινότητας.
Οι νέοι αυτοί είχαν τον τρόπο και την ικανότητα να δημιουργούν χώρο για την αποδοχή τους κι αυτό σήμαινε πάρα πολλά. Η  ύπαρξη τους –πιστέψτε με, το λέω με κάθε ειλικρίνεια– μας διαμόρφωσε και μας καθόρισε. Εμένα σίγουρα ναι. Άφοβα θα τους χαρακτήριζα σαν τη γενιά της ελληνικότητας που δεν υπήρχε, στη χώρα που ζούσαμε τουλάχιστον σε τέτοιο βαθμό.
Τώρα, στα πλαίσια ενός Εγχειρήματος που τολμά να ξαναφέρει στην επιφάνεια μια ξεχασμένη ιστορία, την ιστορία των Ελλήνων της Βενεζουέλας, είναι και μέλη εκείνης της ομάδας. Σε κείνους ανήκει, είναι μέλημα τους να φέρουν στο φως περισσότερα στοιχεία κι αυτό θα γίνει μέσα από το διασκορπισμένο πλούσιο αρχειακό υλικό. Και θα γίνει.
Ας θεωρηθούν τα λίγα τούτα λόγια μου σαν αντιπροσφορά σε όσα εκείνοι μου χάρισαν.

Στράτος Δουκάκης