Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2014

«ΕΤΣΙ ΚΑΝΟΥΝ ΟΛΕΣ» ΤΟΥ ΜΟΤΣΑΡΤ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΛΥΡΙΚΗ ΣΚΗΝΗ

της Μαρίας Κοτοπούλη *


Την όπερα Έτσι κάνουν όλες σε δύο πράξεις του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ (1756-1791), σε ποιητικό κείμενο του Λορέντζο ντα Πόντε (1749-1838)[1], παρακολουθήσαμε από την Εθνική Λυρική Σκηνή στις 26 Οκτωβρίου 2014. Ο Βενετσιάνος ποιητής και λιμπρετίστας Ντα Πόντε τοποθετεί τη δράση της όπερας στα τέλη του 18ου αιώνα στη Νάπολη, σημαντικότατο λιμάνι και μεγάλη πύλη της Δύσης προς την Ανατολή, και δεν επιλέγει τυχαία την πόλη αυτή, αφού στη μακραίωνη Ιστορία της υπήρξε πρωτεύουσα δουκάτων, βασιλείων και πολιτιστικό κέντρο μεγάλης επιρροής κατά την Αναγέννηση και την εποχή των μεγάλων αλλαγών του Διαφωτισμού. Να θυμίσουμε τη δημοφιλή μορφή του Πουλτσινέλα, που γεννήθηκε στην πόλη της Νάπολης και ενέπνευσε ζωγράφους, ποιητές και θεατρικούς συγγραφείς, καθώς και την παρουσία των Σειρήνων από την Οδύσσεια στο μεγάλο λιμάνι. Θέματα δημοφιλή, η απιστία και η μεταμφίεση, των οποίων τα ίχνη θα μπορούσε κανείς να αναζητήσει στα βάθη της μυθολογίας και της Ιστορίας: στις μεταμορφώσεις του Διός, στις Μεταμορφώσεις του Οβιδίου, στον Μαινόμενο Ορλάντο του Αριόστο, στον Σαίξπηρ αλλά και στους Γάλλους συγγραφείς Μπομαρσέ και Μαριβό, καθώς και στη λαϊκή κωμωδία και το αστικό δράμα, για να βρει τις πηγές έμπνευσης του Ντα Πόντε, ο οποίος ήταν βαθύς γνώστης της λογοτεχνίας. Εκτός από τον Μότσαρτ και άλλοι συνθέτες, όπως ο Γιόζεφ Χάιντν και ο Αντόνιο Σαλιέρι, ασχολήθηκαν με το ίδιο θέμα, το οποίο ο Ντα Πόντε επεξεργάστηκε με τη γνωστή του μαεστρία. Αξιοποίησε τη μεταμφίεση, στοιχείο που χρησιμοποιεί και στα άλλα δύο έργα της «τριλογίας» του, Γάμοι του Φίγκαρο και Ντον Τζοβάνι, για να κάμει σοφότερους τους ήρωές του και μέσα από το παιγνίδι της μεταμφίεσης να κατακτήσουν ξανά τη γνώση και την πίστη τους, απαλλαγμένοι από κοινωνικές συμβάσεις. Εμφανείς είναι οι αναχρονισμοί και η μολιερικής υφής θεατρικότητα του έργου. Τον δε τίτλο της όπερας δανείζεται από τους Γάμους του Φίγκαρο και από τη φράση του Δον Μπαζίλιο: «Cosi fan tutte». Ο λιμπρετίστας, με το πρωτότυπο, ποιητικό του κείμενο, το γεμάτο ζωντάνια, ενόχλησε τα χρηστά ήθη του 19ου αιώνα και επικρίθηκε έντονα, όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στις 26 Ιανουαρίου 1790 στο Burgtheater της Βιέννης.
Ο Μότσαρτ, στην κορυφή της δημιουργικότητάς του, συνθέτει ένα ακόμα αριστούργημα, το οποίο οφείλει την αρτιότητά του στην ασύγκριτη μουσική του ικανότητα, στη γρήγορη δράση και στη συμμετρική διανομή ανάμεσα στα πρόσωπα του έργου. Δυο ερωτευμένα ζευγάρια έρχονται αντιμέτωπα με ένα ζευγάρι κυνικό, που υπονομεύει τον έρωτά τους. Μουσική γεμάτη φαντασία, διαύγεια και ποίηση διαγράφει τα συναισθήματα των ηρώων σε όλες τις εκφάνσεις τους, περνά με εκπληκτική ευκολία από το σοβαρό στο αστείο, από τον βαθύ στοχασμό στην ευθυμία. Σχολιάζει και παρωδεί πρόσωπα και καταστάσεις με εξαιρετική ευστοχία, χάρη και γοητεία, χωρίς να λείπει η προκατάληψη για τη γυναικεία πίστη. Οι άνδρες προκάλεσαν την τύχη τους παίζοντας εν ου παικτοίς, βγήκαν όμως σοφότεροι από την περιπέτειά τους, όπως προείπαμε. Άλλωστε, η υπόθεση είναι το πρόσχημα και το όχημα της Μουσικής. Ο Μότσαρτ έβλεπε πάντα μπροστά και σε όλη του τη ζωή ενδιαφερόταν για την Όπερα. Το 1778 γράφει στον πατέρα του: «Μην ξεχνάς πόσο πολύ επιθυμώ να γράφω όπερες. Ζηλεύω όποιον συνθέτει μία». Ήταν ο πρώτος που έγραψε κωμική όπερα, «Opera buffa». Είχε μέσα του χαρά, αγαπούσε τους ανθρώπους και ήθελε να τους τη μεταδώσει. Εκτός από «Αγαπημένο των θεών» τον ονόμασαν και «Ραφαήλ της μουσικής». Τι υπέροχο, μια μουσική και μια ζωγραφική παλέτα να ανταμώνουν μέσα στον χρόνο, στη μαγεία του φωτός, των χρωμάτων, των θεϊκών ήχων. Και τι άδικο, οι δυο αυτοί μεγάλοι άνδρες να φύγουν τόσο νέοι.


Με τριπλή διανομή, η νέα παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής ευτύχησε από τη σκηνοθεσία της Ροδούλας Γαϊτάνου, που κάνει μια χρονολογική μετατόπιση, «ποιητική αδεία», και τοποθετεί τη δράση εν μέσω φροϊδικών θεωριών και βιομηχανικής επανάστασης του 19ου αιώνα. Το σκηνικό, «cabinet of curiosities» του Γιώργου Σουγλίδη, περίκλειστο, με ωραία αισθητική όπως άλλωστε και τα κοστούμια του, φιλοξενεί μια συλλογή περίεργων εκθεμάτων του Δον Αλφόνσο και δίδει την αίσθηση ότι και οι άνθρωποι είναι μέρος της συλλογής του, την οποία ανέδειξε τόσο όμορφα, με τους λεπτούς φωτισμούς του, ο Σάιμον Κόρντερ. Η διεύθυνση χορωδίας από τον Αγαθάγγελο Γεωργακάτο είναι πλέον μια σταθερή αξία για τη Λυρική Σκηνή.
Με την επανεμφάνισή της η υψίφωνος Μυρτώ Παπαθανασίου μας χάρισε μια συναρπαστική ερμηνεία ως Φιορντιλίτζι και συνταίριασε θαυμάσια με τη ζεστή, εύπλαστη φωνή της μεσοφώνου Ειρήνης Καράγιαννη, που ερμήνευσε την Ντοραμπέλα. Σπιρτόζα, δροσερή, η υψίφωνος Μυρσίνη Μαργαρίτη έλαμψε ως Ντεσπίνα παρά τις υπερβολές στις δύο μεταμφιέσεις της. Τις τρεις λαμπερές κυρίες συνόδευσε η παρουσία τριών σημαντικών ανδρών. Ο βαθύφωνος Χριστόφορος Σταμπόγλης κίνησε άριστα τα νήματα της αμφιβολίας ως Ντον Αλφόνσο και πρόβαλε το κυνικό του πνεύμα με την εξαίσια φωνή του, μα ευτυχώς δεν κατάφερε να αποδείξει ότι ο έρωτας δεν υπάρχει. Υπέροχη ερμηνεία από τον βαρύτονο Διονύση Σούρμπη, προσέδωσε στον Γκουλιέλμο του μοτσάρτειο κύρος. Δεν υστέρησε ο Φεράντο του τενόρου Αντώνη Κορωναίου, που απέδωσε με δεξιοτεχνία την «αθωότητα» και τον εγκλωβισμό του σ' αυτό το παιγνίδι.
Ο αρχιμουσικός Μίλτος Λογιάδης απέσπασε από κάθε οικογένεια οργάνων της Ορχήστρας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής ωραία και σωστή μουσική ανάπλαση, ξεχώρισαν βέβαια τα ξύλινα πνευστά της. Στήριξε τους εξαίρετους πρωταγωνιστές της παράστασης, ώστε να αναδείξουν τις φυσικές και τεχνικές τους ικανότητες, τόσο στους μονολόγους όσο και στα ντουέτα. Και οι έξι καλλιτέχνες έπαιξαν με τις λεπτές αποχρώσεις σοβαρού και αστείου, απέδωσαν το ύφος μιας άλλης εποχής και με γρήγορες εναλλαγές ερμήνευσαν τους χαρακτήρες με λυρισμό, σπιρτάδα, στοχασμό και ανάλαφρη χάρη. Μια παράσταση που αξίζει να παρακολουθήσουν οι φίλοι της Όπερας και όχι μόνο.


------------
[1] Ποια, άραγε, η σχέση του με τον εκ Σκοπέλου ιερομόναχο και λόγιο Καισάριο Δαπόντε (1713-1784);

Η Μαρία Κοτοπούλη γεννήθηκε στη Μυτιλήνη. Σπούδασε θέατρο στη σχολή Πέλου Κατσέλη και στο Ινστιτούτο Θεάτρου της Σορβόννης. Παρακολούθησε τα μαθήματα του Θεάτρου των Εθνών και την τάξη υποκριτικής στο Κονσερβατουάρ του Παρισιού.
Έχει συνεργαστεί με τα λογοτεχνικά περιοδικά Νέα Πορεία, Εντευκτήριο, Φηγός, Ρασίν (Ελληνογαλλικό), Πόρφυρας, Φιλολογική Πρωτοχρονιά, Λέξη, Ελί-τροχος, ΕΝΕΚΕΝ, καθώς και με το Γ’ Πρόγραμμα και το Φεστιβάλ Αθηνών στο αφιέρωμα για τον Διονύσιο Σολωμό και τον Ρήγα Φεραίο.
Από το 2000 κρατά τη στήλη «Με την αίσθηση του ακροατή» στο λογοτεχνικό περιοδικό Έρευνα των Εκδόσεων Ιωλκός. Συνεργάζεται επίσης με τον Μουσικό Τόνο του Ωδείου Φίλιππος Νάκας και με τις ιστοσελίδες Παραθέματα λόγου, (www.parathemata.com), όπου συνεχίζει τη στήλη «Με την αίσθηση του ακροατή», και www.lexima.gr.
Έργα της είναι: Το μυθικό ταξίδι της Γης (1997), Τα μαγικά δώρα του Διονύσου (2000), Για του Αλέξανδρου τη χάρη (2002), Χωρίς ωράριο στα όνειρα (2006) από τις Εκδόσεις Καστανιώτη και Variation (2010) από τις Εκδόσεις Ιωλκός.

Επιμέλεια: Στράτος Δουκάκης

4 σχόλια:

  1. Για άλλη μια φορά θαυμάζω τα άξια τέκνα που γέννησε η Μυτιλήνη!!!
    Η όπερα δεν θάλεγα οτι είναι το είδος θεάματος που μ ενθουσιάζει,επειδή ακριβώς,ομολογώ, δε την καταλαβαίνω. Εντυπωσιάζομαι όμως και κάποια φορά θα πάω να δω μια τέτοια παράσταση,ειδικά οταν μεταξύ των συμμετεχόντων είναι ένας Ζακυθινός όπως ο Διονύσης Σούρμπης ,που κάνει κι εμάς υπερήφανους.
    Νάσαι καλά Στράτο που κρατάς ζωντανό το ενδιαφέρον μας με διαφορετικές αναρτήσεις και γνωριμίες!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Η Μαρία Κοτοπούλη, ασχολείται εδώ και καιρό, εκτός της συγγραφής και με την κριτική Τέχνης. Γράφει στα «Αποθέματα Λόγου» και στο «Διάστιχο».
    Σε προτρέπω Χαρά, εσένα και τους φίλους μας να παρακολουθείτε αυτά τα πολύ καλά «διαδικτυακά» περιοδικά. Αξίζουν.

    Κι εγώ δεν ξέρω πολλά πράγματα για την όπερα κι αν πήγα μια φορά, αιτία ήταν ένας Ιταλός φίλος, λάτρης της.

    Ελπίζω να πετύχεις κάποια με τη συμμετοχή του συμπατριώτη σου.

    Ο θαυμασμός σου για τα άξια τέκνα της Μυτιλήνης, με χαροποιεί ιδιαίτερα.

    Δέξου τις ευχαριστίες μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ομολογώ ότι (είμαι από χωριό) όπως λένε όταν κάποιος αναφέρεται σε ένα θέμα όπου δεν ΄το ξέρει, ή έχει άγνοια.
    Η Μαρίκα Κοτοπούλη όταν ήμουν μικρός ήταν κάθε μέρα στα τότε Περιοδικά (Δεν ξέρω αν λέμε το ίδιο πρόσωπο) υπήρχε μάλιστα και θέατρο στο όνομά της.
    ή μήπως είμαι 'μαθουσάλας' και πάω πολύ πίσω; γιατί αν κρίνω απ' την φώτο φαίνεται πολύ νέα.

    την καληνύχτα μου από το Μήλο το της ΝΥ όχι του Νewton
    Gabo


    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Καλέ μου φίλε, είναι Μαρία Κοτοπούλη και όχι Μαρίκα... Ναι μπερδεύτηκες και δεν είσαι ο μόνος.

    Mis saludos!

    ΑπάντησηΔιαγραφή